- στεμφυλοπιεστήριο(ν)
- το давильный пресс для виноградных выжимок
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
στεμφυλοπιεστήριο — το, Ν πιεστήριο για τη σύνθλιψη τού γλεύκους που περιέχεται στα στέμφυλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < στέμφυλο + πιεστήριο. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στον Ε. Ι. Πονηρόπουλο] … Dictionary of Greek